Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπαγρυπνέω
ἐπαγρύπνησις
ἐπάγρυπνος
ἐπάγχιστος
ἐπάγω
ἐπαγωγεύς
ἐπαγωγή
ἐπαγωγικός
ἐπαγώγιμος
ἐπαγώγιον
ἐπαγωγίς
ἐπαγωγός
ἐπαγωνίζομαι
ἐπαείδω
ἐπαέξω
ἐπαθλοκομέω
ἔπαθλον
ἐπαθρέω
ἐπαθροίζομαι
ἐπαιάζω
ἐπαΐγδην
View word page
ἐπαγωγίς
femella

ShortDef

femella

Debugging

Headword:
ἐπαγωγίς
Headword (normalized):
ἐπαγωγίς
Headword (normalized/stripped):
επαγωγις
IDX:
32001
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-32002
Key:

Data

{'content': 'femella'}