Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπαγείρω
ἐπάγερσις
ἐπαγινέω
ἐπαγκαλίζομαι
ἐπαγκυλέω
ἐπαγκυλίζομαι
ἐπαγκυλωτός
ἐπαγκωνίδιον
ἐπαγκωνισμός
ἐπαγλαΐζω
ἐπάγνυμι
ἐπαγοράζω
ἐπαγόρευσις
ἐπαγορεύω
ἔπαγρος
ἐπαγροσύνη
ἐπαγρυπνέω
ἐπαγρύπνησις
ἐπάγρυπνος
ἐπάγχιστος
ἐπάγω
View word page
ἐπάγνυμι
to break
ShortDef
to break
Debugging
Headword:
ἐπάγνυμι
Headword (normalized):
ἐπάγνυμι
Headword (normalized/stripped):
επαγνυμι
IDX:
31985
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31986
Key:
Data
{'content': 'to break'}