Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐξωχείριον
ἐξωχειριότης
ἔξωχρος
ἔοικα
ἐοικότως
ἐόλει
ἔορ
Ἐορδία
Ἐορδοί
ἑορτά
ἑορτάζω
ἑορταῖος
ἑορτάσιμος
ἑορτάσιος
ἑόρτασις
ἑόρτασμα
ἑορταστής
ἑορταστικός
ἑορτή
ἑορτικός
ἑορτολόγιον
View word page
ἑορτάζω
to keep festival
ShortDef
to keep festival
Debugging
Headword:
ἑορτάζω
Headword (normalized):
ἑορτάζω
Headword (normalized/stripped):
εορταζω
IDX:
31950
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31951
Key:
Data
{'content': 'to keep festival'}