Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐξωφανής
ἐξώφορος
ἐξωχείριον
ἐξωχειριότης
ἔξωχρος
ἔοικα
ἐοικότως
ἐόλει
ἔορ
Ἐορδία
Ἐορδοί
ἑορτά
ἑορτάζω
ἑορταῖος
ἑορτάσιμος
ἑορτάσιος
ἑόρτασις
ἑόρτασμα
ἑορταστής
ἑορταστικός
ἑορτή
View word page
Ἐορδοί
Eordi
ShortDef
Eordi
Debugging
Headword:
Ἐορδοί
Headword (normalized):
ἐορδοί
Headword (normalized/stripped):
εορδοι
IDX:
31948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31949
Key:
Data
{'content': 'Eordi'}