Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξώπυλος
ἐξωριάζω
ἔξωρος
ἑξώροφος
ἔξωσις
ἔξωσμα
ἐξώστης
ἐξωστικός
ἐξώστρα
ἐξωστῷον
ἐξωτάτω
ἐξωτεριαῖος
ἐξωτερικός
ἐξώτερος
ἐξωτέρω
ἐξωτικός
ἐξωφανής
ἐξώφορος
ἐξωχείριον
ἐξωχειριότης
ἔξωχρος
View word page
ἐξωτάτω
outermost

ShortDef

outermost

Debugging

Headword:
ἐξωτάτω
Headword (normalized):
ἐξωτάτω
Headword (normalized/stripped):
εξωτατω
IDX:
31932
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31933
Key:

Data

{'content': 'outermost'}