Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄκροπις
ἀκρόπλοος
ἀκροποδητί
ἀκροπολεύω
ἀκρόπολις
ἀκροπόλος
ἀκροπόρος
ἀκροπόρφυρος
ἀκροποσθία
ἀκροπότης
ἀκρόπους
ἀκρόπρῳρον
ἀκρόπτερον
ἄκροπτυξ
ἀκρόπυρος
ἀκρορρίνιον
ἀκρορρύμιον
ἄκρος
ἀκροσαπής
ἀκροσίδηρος
ἀκροσκιρία
View word page
ἀκρόπους
extremity of leg

ShortDef

extremity of leg

Debugging

Headword:
ἀκρόπους
Headword (normalized):
ἀκρόπους
Headword (normalized/stripped):
ακροπους
IDX:
3189
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3190
Key:

Data

{'content': 'extremity of leg'}