Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξυπακουστέον
ἐξυπάλυξις
ἐξυπανίστημι
ἐξυπειπεῖν
ἐξυπερζέω
ἐξύπερθε
ἐξυπεροπτάω
ἐξυπερόπτησις
ἐξυπέρχομαι
ἐξυπηρετέω
ἐξυπηρέτησις
ἐξυπηρετητέον
ἐξυπνίζω
ἔξυπνος
ἐξυπνόω
ἐξυπονοέω
ἐξυπτιάζω
ἐξυφαίνω
ἐξύφασμα
ἐξυφηγέομαι
ἐξυψόω
View word page
ἐξυπηρέτησις
service, provision

ShortDef

service, provision

Debugging

Headword:
ἐξυπηρέτησις
Headword (normalized):
ἐξυπηρέτησις
Headword (normalized/stripped):
εξυπηρετησις
IDX:
31888
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31889
Key:

Data

{'content': 'service, provision'}