Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξομοίωσις
ἐξομοιωτικός
ἐξομολογέομαι
ἐξομολόγησις
ἐξομολογητικός
ἐξομόργνυμι
ἐξόμορξις
ἐξομπλάριον
ἔξομπλον
ἐξόμφαλος
ἐξονειδίζω
ἐξονειδισμός
ἐξονειδιστικός
ἐξονειρωκτικός
ἐξονομάζω
ἐξονομαίνω
ἐξονομακλήδην
ἐξονοτάζω
ἐξονυχίζω
ἐξοξύνομαι
ἐξοπίζω
View word page
ἐξονειδίζω
to cast in one's teeth

ShortDef

to cast in one's teeth

Debugging

Headword:
ἐξονειδίζω
Headword (normalized):
ἐξονειδίζω
Headword (normalized/stripped):
εξονειδιζω
IDX:
31755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31756
Key:

Data

{'content': "to cast in one's teeth"}