Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκρονιφής
ἀκρονυγῶς
ἀκρόνυκτος
ἄκρονυξ
ἀκρονυχί
ἀκρονυχία
ἀκρόνυχος
ἀκρόνυχος2
ἀκροξιφίς
ἀκρόουλος
ἀκροπαγής
ἀκρόπαστος
ἀκροπαχής
ἀκροπενθής
ἀκρόπηλος
ἄκροπις
ἀκρόπλοος
ἀκροποδητί
ἀκροπολεύω
ἀκρόπολις
ἀκροπόλος
View word page
ἀκροπαγής
fastened at the extremity
ShortDef
fastened at the extremity
Debugging
Headword:
ἀκροπαγής
Headword (normalized):
ἀκροπαγής
Headword (normalized/stripped):
ακροπαγης
IDX:
3174
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3175
Key:
Data
{'content': 'fastened at the extremity'}