Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξοιμώζω
ἐξοινέω
ἐξοινία
ἐξοινίζω
ἐξοινόομαι
ἔξοινος
ἔξοισις
ἐξοιστέος
ἐξοιστικός
ἐξοιστός
ἐξοιστράω
ἐξοιστρηλατέομαι
ἐξοιχνέω
ἐξοίχομαι
ἐξοιωνίζομαι
ἐξοκέλλω
ἐξολέθρευμα
ἐξολέθρευσις
ἐξολεθρευτικός
ἐξολεθρεύω
ἐξολιγωρέω
View word page
ἐξοιστράω
to make wild, madden

ShortDef

to make wild, madden

Debugging

Headword:
ἐξοιστράω
Headword (normalized):
ἐξοιστράω
Headword (normalized/stripped):
εξοιστραω
IDX:
31719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31720
Key:

Data

{'content': 'to make wild, madden'}