Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκρομόλυβδος
ἀκρομφάλιον
ἄκρον
Ἀκρόνεως
ἀκρονιφής
ἀκρονυγῶς
ἀκρόνυκτος
ἄκρονυξ
ἀκρονυχί
ἀκρονυχία
ἀκρόνυχος
ἀκρόνυχος2
ἀκροξιφίς
ἀκρόουλος
ἀκροπαγής
ἀκρόπαστος
ἀκροπαχής
ἀκροπενθής
ἀκρόπηλος
ἄκροπις
ἀκρόπλοος
View word page
ἀκρόνυχος
at night-fall

ShortDef

at night-fall
with nails, claws, hooves

Debugging

Headword:
ἀκρόνυχος
Headword (normalized):
ἀκρόνυχος
Headword (normalized/stripped):
ακρονυχος
IDX:
3170
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3171
Key:

Data

{'content': 'at night-fall'}