Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐξιχνευτέον
ἐξιχνευτέος
ἐξιχνευτής
ἐξιχνεύω
ἐξιχνοσκοπέω
ἐξιχωρίζω
ἐξίωσις
ἑξκαίδεκα
ἑξκαιδεκάεδρος
ἑξκαιδεκάκροτος
ἑξκαιδέκατος
ἑξκαιπεντηκονταπλάσιος
ἑξκαιτεσσαρακοντάμετρος
ἑξμέδιμνος
ἐξογκέω
ἔξογκος
ἐξογκόω
ἐξόγκωμα
ἐξόγκωσις
ἐξοδάω
ἐξοδεία
View word page
ἑξκαιδέκατος
sixteenth
ShortDef
sixteenth
Debugging
Headword:
ἑξκαιδέκατος
Headword (normalized):
ἑξκαιδέκατος
Headword (normalized/stripped):
εξκαιδεκατος
IDX:
31663
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31664
Key:
Data
{'content': 'sixteenth'}