Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκρόλοφος
ἀκρολυτέω
ἀκρόμαλλος
ἀκρομανής
ἀκρομάσθιον
ἀκρομέλας
ἀκρομόλιβδος
ἀκρομόλυβδος
ἀκρομφάλιον
ἄκρον
Ἀκρόνεως
ἀκρονιφής
ἀκρονυγῶς
ἀκρόνυκτος
ἄκρονυξ
ἀκρονυχί
ἀκρονυχία
ἀκρόνυχος
ἀκρόνυχος2
ἀκροξιφίς
ἀκρόουλος
View word page
Ἀκρόνεως
Acroneus
ShortDef
Acroneus
Debugging
Headword:
Ἀκρόνεως
Headword (normalized):
ἀκρόνεως
Headword (normalized/stripped):
ακρονεως
IDX:
3163
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3164
Key:
Data
{'content': 'Acroneus'}