Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξιεριστεύω
ἐξιερόω
ἐξίημι
ἐξιθύνω
ἐξικανόω
ἐξικάνω
ἐξικετεύω
ἐξικμάζω
ἐξίκμασις
ἐξικμαστέος
ἐξικμαστικός
ἐξικνέομαι
ἐξιλαρόω
ἐξίλασις
ἐξιλάσκομαι
ἐξίλασμα
ἐξιλαστήριος
ἐξιλεόω
ἐξιλεωτός
ἐξινιάζω
ἐξινόω
View word page
ἐξικμαστικός
sucking up

ShortDef

sucking up

Debugging

Headword:
ἐξικμαστικός
Headword (normalized):
ἐξικμαστικός
Headword (normalized/stripped):
εξικμαστικος
IDX:
31611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31612
Key:

Data

{'content': 'sucking up'}