Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐξητριάζω
ἐξηττημένη
ἐξηχευη
ἐξηχέω
ἐξήχησις
ἐξηχία
ἔξηχος
ἐξιάομαι
ἐξιατέον
ἐξιδιάζομαι
ἐξιδιασμός
ἐξιδιόομαι
ἐξιδιοποιέομαι
ἐξιδιοποίησις
ἐξιδίω
ἐξιδρόω
ἐξιδρύω
ἐξίδρωσις
ἐξιεριστεύω
ἐξιερόω
ἐξίημι
View word page
ἐξιδιασμός
winning over
ShortDef
winning over
Debugging
Headword:
ἐξιδιασμός
Headword (normalized):
ἐξιδιασμός
Headword (normalized/stripped):
εξιδιασμος
IDX:
31593
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31594
Key:
Data
{'content': 'winning over'}