Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκρόλιθος
ἀκρόλινος
ἀκρολίπαρος
ἀκρολογέω
ἀκρολοφία
ἀκρολοφίτης
ἀκρόλοφος
ἀκρολυτέω
ἀκρόμαλλος
ἀκρομανής
ἀκρομάσθιον
ἀκρομέλας
ἀκρομόλιβδος
ἀκρομόλυβδος
ἀκρομφάλιον
ἄκρον
Ἀκρόνεως
ἀκρονιφής
ἀκρονυγῶς
ἀκρόνυκτος
ἄκρονυξ
View word page
ἀκρομάσθιον
teat

ShortDef

teat

Debugging

Headword:
ἀκρομάσθιον
Headword (normalized):
ἀκρομάσθιον
Headword (normalized/stripped):
ακρομασθιον
IDX:
3157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3158
Key:

Data

{'content': 'teat'}