Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξηγητικός
ἐξηγορία
ἐξηθέω
ἑξηκονθημερισία
ἑξηκονθήμερος
ἑξήκοντα
ἑξηκοντάβιβλος
ἑξηκονταδύο
ἑξηκονταέν
ἑξηκονταέξ
ἑξηκονταέτης
ἑξηκονταετία
ἐξηκοντάκι
ἑξηκοντάκις
ἑξηκοντάκλινος
ἑξηκοντάλιθος
ἑξηκονταμοιρία
ἑξηκοντάμοιρος
ἑξηκονταοκτώ
ἑξηκοντάπηχυς
ἑξηκοντάπους
View word page
ἑξηκονταέτης
sixty years old

ShortDef

sixty years old

Debugging

Headword:
ἑξηκονταέτης
Headword (normalized):
ἑξηκονταέτης
Headword (normalized/stripped):
εξηκονταετης
IDX:
31538
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31539
Key:

Data

{'content': 'sixty years old'}