Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξεύρημα
ἐξευρίσκω
ἐξευτελίζω
ἐξευτελισμός
ἐξευτελιστής
ἐξευτρεπίζω
ἐξευφραίνομαι
ἐξεύχομαι
ἐξευωνίζω
ἐξέφηβος
ἐξεφίημι
ἐξεχέβρογχος
ἐξεχέγλουτος
ἐξεχής
ἐξέχω
ἐξέψω
ἕξζευξις
ἔξηβος
ἐξηγέομαι
ἐξήγημα
ἐξηγηματικός
View word page
ἐξεφίημι
to enjoin, command

ShortDef

to enjoin, command

Debugging

Headword:
ἐξεφίημι
Headword (normalized):
ἐξεφίημι
Headword (normalized/stripped):
εξεφιημι
IDX:
31512
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31513
Key:

Data

{'content': 'to enjoin, command'}