Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκροκνέφαιος
ἀκρόκομος
ἀκροκονδύλιον
Ἀκροκόρινθος
ἀκροκόρυμβοι
ἀκροκυματόω
ἀκροκώλιον
ἀκρόλιθος
ἀκρόλινος
ἀκρολίπαρος
ἀκρολογέω
ἀκρολοφία
ἀκρολοφίτης
ἀκρόλοφος
ἀκρολυτέω
ἀκρόμαλλος
ἀκρομανής
ἀκρομάσθιον
ἀκρομέλας
ἀκρομόλιβδος
ἀκρομόλυβδος
View word page
ἀκρολογέω
to gather at top
ShortDef
to gather at top
Debugging
Headword:
ἀκρολογέω
Headword (normalized):
ἀκρολογέω
Headword (normalized/stripped):
ακρολογεω
IDX:
3150
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3151
Key:
Data
{'content': 'to gather at top'}