Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξέργω
ἐξερεείνω
ἐξερεθίζω
ἐξερεθιστής
ἐξερέθω
ἐξερείδω
ἐξερείπω
ἐξέρεισις
ἐξέρεισμα
ἐξερειστικός
ἐξερεύγομαι
ἐξερευνάω
ἐξερεύνησις
ἐξερευνητικός
ἐξέρευξις
ἐξερέω2
ἐξερημόω
ἐξερίζω
ἐξεριθεύομαι
ἐξερινάζω
ἐξεριστής
View word page
ἐξερεύγομαι
to empty themselves

ShortDef

to empty themselves

Debugging

Headword:
ἐξερεύγομαι
Headword (normalized):
ἐξερεύγομαι
Headword (normalized/stripped):
εξερευγομαι
IDX:
31443
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31444
Key:

Data

{'content': 'to empty themselves'}