Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκροθάλυπτος
ἀκρόθεν
ἀκρόθι
ἀκροθιγής
ἀκροθινιάζομαι
ἀκροθίνιον
ἀκρόθις
Ἀκρόθῳον
ἀκροθώραξ
ἀκρόκαρπος
ἀκροκελαινιάω
ἀκροκέραια
ἀκροκιόνιον
ἀκροκνέφαιος
ἀκρόκομος
ἀκροκονδύλιον
Ἀκροκόρινθος
ἀκροκόρυμβοι
ἀκροκυματόω
ἀκροκώλιον
ἀκρόλιθος
View word page
ἀκροκελαινιάω
growing black on the surface

ShortDef

growing black on the surface

Debugging

Headword:
ἀκροκελαινιάω
Headword (normalized):
ἀκροκελαινιάω
Headword (normalized/stripped):
ακροκελαινιαω
IDX:
3137
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3138
Key:

Data

{'content': 'growing black on the surface'}