Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐξεθισμός
ἐξεῖδον
ἐξεικάζω
ἐξείκασμα
ἐξεικονίζω
ἐξειλεγμένως
ἐξειλέω
ἐξείλησις
ἐξείλλω
ἐξειλύω
ἔξειμι
ἔξειμι2
ἐξεῖπον
ἐξειργασμένως
ἔξειρξις
ἐξείρω
ἐξειρωνεύομαι
ἔξεισθα
ἐξεκκλησιάζω
ἐξελαιόω
ἐξελασία
View word page
ἔξειμι
go out
ShortDef
go out
> ἔξεστι
Debugging
Headword:
ἔξειμι
Headword (normalized):
ἔξειμι
Headword (normalized/stripped):
εξειμι
IDX:
31373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31374
Key:
Data
{'content': 'go out'}