Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκρόζεστος
ἀκρόζυμος
ἀκροζώνη
ἀκροθάλυπτος
ἀκρόθεν
ἀκρόθι
ἀκροθιγής
ἀκροθινιάζομαι
ἀκροθίνιον
ἀκρόθις
Ἀκρόθῳον
ἀκροθώραξ
ἀκρόκαρπος
ἀκροκελαινιάω
ἀκροκέραια
ἀκροκιόνιον
ἀκροκνέφαιος
ἀκρόκομος
ἀκροκονδύλιον
Ἀκροκόρινθος
ἀκροκόρυμβοι
View word page
Ἀκρόθῳον
Acrothoum

ShortDef

Acrothoum

Debugging

Headword:
Ἀκρόθῳον
Headword (normalized):
ἀκρόθῳον
Headword (normalized/stripped):
ακροθωον
IDX:
3134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3135
Key:

Data

{'content': 'Acrothoum'}