Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀκρόβυστος
ἀκρογείσιον
ἀκρογένειος
ἀκρογωνιαῖος
ἀκροδάκτυλον
ἀκρόδετος
ἀκρόδρυα
ἀκρόζεστος
ἀκρόζυμος
ἀκροζώνη
ἀκροθάλυπτος
ἀκρόθεν
ἀκρόθι
ἀκροθιγής
ἀκροθινιάζομαι
ἀκροθίνιον
ἀκρόθις
Ἀκρόθῳον
ἀκροθώραξ
ἀκρόκαρπος
ἀκροκελαινιάω
View word page
ἀκροθάλυπτος
burnt at end
ShortDef
burnt at end
Debugging
Headword:
ἀκροθάλυπτος
Headword (normalized):
ἀκροθάλυπτος
Headword (normalized/stripped):
ακροθαλυπτος
IDX:
3127
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3128
Key:
Data
{'content': 'burnt at end'}