Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκροβύθιον
ἀκροβυστέω
ἀκροβυστία
ἀκρόβυστος
ἀκρογείσιον
ἀκρογένειος
ἀκρογωνιαῖος
ἀκροδάκτυλον
ἀκρόδετος
ἀκρόδρυα
ἀκρόζεστος
ἀκρόζυμος
ἀκροζώνη
ἀκροθάλυπτος
ἀκρόθεν
ἀκρόθι
ἀκροθιγής
ἀκροθινιάζομαι
ἀκροθίνιον
ἀκρόθις
Ἀκρόθῳον
View word page
ἀκρόζεστος
boiled

ShortDef

boiled

Debugging

Headword:
ἀκρόζεστος
Headword (normalized):
ἀκρόζεστος
Headword (normalized/stripped):
ακροζεστος
IDX:
3124
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3125
Key:

Data

{'content': 'boiled'}