Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκροβολισμός
ἀκροβολιστής
ἀκροβολιστικός
ἀκροβόλος
ἀκρόβολος
ἀκροβύθιον
ἀκροβυστέω
ἀκροβυστία
ἀκρόβυστος
ἀκρογείσιον
ἀκρογένειος
ἀκρογωνιαῖος
ἀκροδάκτυλον
ἀκρόδετος
ἀκρόδρυα
ἀκρόζεστος
ἀκρόζυμος
ἀκροζώνη
ἀκροθάλυπτος
ἀκρόθεν
ἀκρόθι
View word page
ἀκρογένειος
with prominent chin

ShortDef

with prominent chin

Debugging

Headword:
ἀκρογένειος
Headword (normalized):
ἀκρογένειος
Headword (normalized/stripped):
ακρογενειος
IDX:
3119
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3120
Key:

Data

{'content': 'with prominent chin'}