Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑξαπέλεκυς
ἐξαπελευθερόω
ἐξαπηλιωτικός
ἑξάπηχυς
ἐξαπίναιος
ἐξαπίνας
ἑξαπλασιάζω
ἑξαπλασιεπίτριτος
ἑξαπλάσιος
ἑξάπλεθρος
ἑξάπλευρος
ἑξαπλόος
ἑξαπλόω
ἐξαπλόω
ἐξάπλωσις
ἐξαπλωτέον
ἐξαποβαίνω
ἑξαποδία
ἐξαποδίομαι
ἐξαποδύνω
Ἑξάπολις
View word page
ἑξάπλευρος
with six sides
ShortDef
with six sides
Debugging
Headword:
ἑξάπλευρος
Headword (normalized):
ἑξάπλευρος
Headword (normalized/stripped):
εξαπλευρος
IDX:
31196
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31197
Key:
Data
{'content': 'with six sides'}