Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξάντης
ἐξαντίαι
ἐξαντλέω
ἐξάντλημα
ἐξαντλητέον
ἐξάνυσις
ἐξανύω
ἑξάξεστος
ἑξαούγκιον
ἐξαπαείρω
ἑξαπάλαστος
ἐξαπαλλάσσω
ἐξαπαντάω
ἐξαπαρτάομαι
ἐξαπατάω
ἐξαπάτη
ἐξαπατητέον
ἐξαπατητέος
ἐξαπατητήρ
ἐξαπατητικός
ἐξαπατύλλω
View word page
ἑξαπάλαστος
of six hands-breadth

ShortDef

of six hands-breadth

Debugging

Headword:
ἑξαπάλαστος
Headword (normalized):
ἑξαπάλαστος
Headword (normalized/stripped):
εξαπαλαστος
IDX:
31169
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31170
Key:

Data

{'content': 'of six hands-breadth'}