Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκροβολίζομαι
ἀκροβόλισις
ἀκροβόλισμα
ἀκροβολισμός
ἀκροβολιστής
ἀκροβολιστικός
ἀκροβόλος
ἀκρόβολος
ἀκροβύθιον
ἀκροβυστέω
ἀκροβυστία
ἀκρόβυστος
ἀκρογείσιον
ἀκρογένειος
ἀκρογωνιαῖος
ἀκροδάκτυλον
ἀκρόδετος
ἀκρόδρυα
ἀκρόζεστος
ἀκρόζυμος
ἀκροζώνη
View word page
ἀκροβυστία
the foreskin

ShortDef

the foreskin

Debugging

Headword:
ἀκροβυστία
Headword (normalized):
ἀκροβυστία
Headword (normalized/stripped):
ακροβυστια
IDX:
3116
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3117
Key:

Data

{'content': 'the foreskin'}