Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξανιμάω
ἐξανιστάνω
ἐξανίστημι
ἐξανίσχω
ἐξανοίγω
ἐξανοιδέω
ἐξάνοιξις
ἐξάντης
ἐξαντίαι
ἐξαντλέω
ἐξάντλημα
ἐξαντλητέον
ἐξάνυσις
ἐξανύω
ἑξάξεστος
ἑξαούγκιον
ἐξαπαείρω
ἑξαπάλαστος
ἐξαπαλλάσσω
ἐξαπαντάω
ἐξαπαρτάομαι
View word page
ἐξάντλημα
douche

ShortDef

douche

Debugging

Headword:
ἐξάντλημα
Headword (normalized):
ἐξάντλημα
Headword (normalized/stripped):
εξαντλημα
IDX:
31162
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31163
Key:

Data

{'content': 'douche'}