Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκροβόλη
ἀκροβολής
ἀκροβολία
ἀκροβολίζομαι
ἀκροβόλισις
ἀκροβόλισμα
ἀκροβολισμός
ἀκροβολιστής
ἀκροβολιστικός
ἀκροβόλος
ἀκρόβολος
ἀκροβύθιον
ἀκροβυστέω
ἀκροβυστία
ἀκρόβυστος
ἀκρογείσιον
ἀκρογένειος
ἀκρογωνιαῖος
ἀκροδάκτυλον
ἀκρόδετος
ἀκρόδρυα
View word page
ἀκρόβολος
struck from afar

ShortDef

struck from afar

Debugging

Headword:
ἀκρόβολος
Headword (normalized):
ἀκρόβολος
Headword (normalized/stripped):
ακροβολος
IDX:
3113
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3114
Key:

Data

{'content': 'struck from afar'}