Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκρόβλαστος
ἀκροβολέω
ἀκροβόλη
ἀκροβολής
ἀκροβολία
ἀκροβολίζομαι
ἀκροβόλισις
ἀκροβόλισμα
ἀκροβολισμός
ἀκροβολιστής
ἀκροβολιστικός
ἀκροβόλος
ἀκρόβολος
ἀκροβύθιον
ἀκροβυστέω
ἀκροβυστία
ἀκρόβυστος
ἀκρογείσιον
ἀκρογένειος
ἀκρογωνιαῖος
ἀκροδάκτυλον
View word page
ἀκροβολιστικός
used as missiles

ShortDef

used as missiles

Debugging

Headword:
ἀκροβολιστικός
Headword (normalized):
ἀκροβολιστικός
Headword (normalized/stripped):
ακροβολιστικος
IDX:
3111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3112
Key:

Data

{'content': 'used as missiles'}