Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξάμβλωμα
ἐξάμβλωσις
ἐξαμείβω
ἐξάμειψις
ἐξαμέλγω
ἐξαμελέω
ἑξαμέρεια
ἑξαμερής
ἑξάμετρος
ἑξαμηνιαῖος
ἑξαμηνόβιος
ἑξάμηνος
ἐξαμηχανέω
ἐξαμιλλάομαι
ἑξάμιτος
ἕξαμμα
ἑξαμναῖος
ἑξάμνους
ἑξαμοιρία
ἑξάμορος
ἐξαμπρεύω
View word page
ἑξαμηνόβιος
living six months

ShortDef

living six months

Debugging

Headword:
ἑξαμηνόβιος
Headword (normalized):
ἑξαμηνόβιος
Headword (normalized/stripped):
εξαμηνοβιος
IDX:
31070
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-31071
Key:

Data

{'content': 'living six months'}