Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκρόασις
ἀκροατέον
ἀκροατέος
ἀκροατήριον
ἀκροατής
ἀκροατικός
ἀκροβαρέω
ἀκρόβασις
ἀκροβατέω
ἀκροβάτης
ἀκροβατικός
ἀκρόβατος
ἀκροβαφής
ἀκροβελής
ἀκροβελίς
ἀκρόβλαστος
ἀκροβολέω
ἀκροβόλη
ἀκροβολής
ἀκροβολία
ἀκροβολίζομαι
View word page
ἀκροβατικός
fit for mounting

ShortDef

fit for mounting

Debugging

Headword:
ἀκροβατικός
Headword (normalized):
ἀκροβατικός
Headword (normalized/stripped):
ακροβατικος
IDX:
3096
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3097
Key:

Data

{'content': 'fit for mounting'}