Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκροαματικός
ἀκροάομαι
ἀκροαπίς
ἀκρόασις
ἀκροατέον
ἀκροατέος
ἀκροατήριον
ἀκροατής
ἀκροατικός
ἀκροβαρέω
ἀκρόβασις
ἀκροβατέω
ἀκροβάτης
ἀκροβατικός
ἀκρόβατος
ἀκροβαφής
ἀκροβελής
ἀκροβελίς
ἀκρόβλαστος
ἀκροβολέω
ἀκροβόλη
View word page
ἀκρόβασις
foot

ShortDef

foot

Debugging

Headword:
ἀκρόβασις
Headword (normalized):
ἀκρόβασις
Headword (normalized/stripped):
ακροβασις
IDX:
3093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3094
Key:

Data

{'content': 'foot'}