Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐξάγιον
ἐξάγιστος
ἐξαγκυλόω
ἐξαγκωνίζω
ἐξαγμός
ἐξάγνυμι
ἐξαγοράζω
ἐξαγορασία
ἐξαγορεία
ἐξαγόρευσις
ἐξαγορευτής
ἐξαγορευτικός
ἐξαγορεύω
ἐξαγριαίνω
ἐξαγριόω
ἐξαγροικίζω
ἐξάγω
ἐξαγωγεύς
ἐξαγωγή
ἐξαγωγικός
ἐξαγώγιμος
View word page
ἐξαγορευτής
one who confesses

ShortDef

one who confesses

Debugging

Headword:
ἐξαγορευτής
Headword (normalized):
ἐξαγορευτής
Headword (normalized/stripped):
εξαγορευτης
IDX:
30890
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30891
Key:

Data

{'content': 'one who confesses'}