Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνωπαδίως
ἐνωπῇ
ἐνωπή
ἐνώπια
ἐνώπιος
ἐνωραΐζομαι
ἔνωρος
ἕνωσις
ἐνωτάριον
ἐνωτίζομαι
ἑνωτικός
ἐνώτιον
ἐνωτοκοίτης
ἔνωχρος
ἕξ
ἑξάβιβλος
ἑξάβραχυς
ἐξαβρύνω
ἐξαγανακτέω
ἐξαγγελία
ἐξαγγέλλω
View word page
ἑνωτικός
serving to unite

ShortDef

serving to unite

Debugging

Headword:
ἑνωτικός
Headword (normalized):
ἑνωτικός
Headword (normalized/stripped):
ενωτικος
IDX:
30860
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30861
Key:

Data

{'content': 'serving to unite'}