Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐντυρίτης
ἐντυρόω
ἐντυφλόω
ἐντύφω
ἐντυχία
ἐντυχικά
Ἐνυάλιος
ἐνυβρίζω
ἐνύβρισμα
ἐνυγραίνω
ἐνυγραντέον
ἐνυγροθηρευτής
ἐνυγροθηρικός
ἔνυγρος
ἐνυδρίας
ἔνυδρις
ἐνυδρόβιος
ἔνυδρος
Ἐνύειον
ἔνυλος
ἐνυμενόσπερμος
View word page
ἐνυγραντέον
one must moisten

ShortDef

one must moisten

Debugging

Headword:
ἐνυγραντέον
Headword (normalized):
ἐνυγραντέον
Headword (normalized/stripped):
ενυγραντεον
IDX:
30797
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30798
Key:

Data

{'content': 'one must moisten'}