Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐντυπή
ἔντυπος
ἐντυπόω
ἐντύπωμα
ἐντύπωσις
ἐντυραννέομαι
ἐντυρίτης
ἐντυρόω
ἐντυφλόω
ἐντύφω
ἐντυχία
ἐντυχικά
Ἐνυάλιος
ἐνυβρίζω
ἐνύβρισμα
ἐνυγραίνω
ἐνυγραντέον
ἐνυγροθηρευτής
ἐνυγροθηρικός
ἔνυγρος
ἐνυδρίας
View word page
ἐντυχία
conversation, intercourse
ShortDef
conversation, intercourse
Debugging
Headword:
ἐντυχία
Headword (normalized):
ἐντυχία
Headword (normalized/stripped):
εντυχια
IDX:
30791
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30792
Key:
Data
{'content': 'conversation, intercourse'}