Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐντρέχεια
ἐντρεχής
ἐντρέχω
ἐντριβής
ἐντρίβω
ἔντριμμα
ἔντριτος
ἐντριτωνίζω
ἔντριχος
ἐντρίχωμα
ἔντριψις
ἔντρομος
ἐντροπαλίζομαι
ἐντροπαλισμός
ἐντροπή
ἐντροπία
ἔντροπον
ἐντροπόω
ἔντροφος
ἐντροχάζω
ἐντρυγάω
View word page
ἔντριψις
a rubbing in

ShortDef

a rubbing in

Debugging

Headword:
ἔντριψις
Headword (normalized):
ἔντριψις
Headword (normalized/stripped):
εντριψις
IDX:
30755
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30756
Key:

Data

{'content': 'a rubbing in'}