Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀκριδώδης
ἀκρίζω
ἄκριθος
ἀκρίνας
ἄκρις
ἀκρίς
ἀκρισία
Ἀκρισιώνη
ἄκριστιν
ἀκρίσχιον
ἀκριτόβουλος
ἀκριτόδακρυς
ἀκριτομυθέω
ἀκριτομυθία
ἀκριτόμυθος
ἄκριτος
ἀκριτόφυλλος
ἀκριτόφυρτος
ἀκριτόχειρος
ἀκρόαμα
ἀκροαματικός
View word page
ἀκριτόβουλος
indiscreet of counsel

ShortDef

indiscreet of counsel

Debugging

Headword:
ἀκριτόβουλος
Headword (normalized):
ἀκριτόβουλος
Headword (normalized/stripped):
ακριτοβουλος
IDX:
3073
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3074
Key:

Data

{'content': 'indiscreet of counsel'}