Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔντονος
ἐντόπιος
ἔντοπος
ἐντορεύω
ἐντορνεύω
ἐντορνία
ἔντορνος
ἐντός
ἔντοσθε
ἐντοσθίδια
ἐντόσθιος
ἐντότερος
ἐντοφήϊα
ἐντραγεῖν
ἐντραγῳδέω
ἐντρανής
ἐντρανίζω
ἐντραπεζίτης
ἐντράπελος
ἔντραχυς
ἐντρεπτικός
View word page
ἐντόσθιος
intestinal

ShortDef

intestinal

Debugging

Headword:
ἐντόσθιος
Headword (normalized):
ἐντόσθιος
Headword (normalized/stripped):
εντοσθιος
IDX:
30732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30733
Key:

Data

{'content': 'intestinal'}