Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐντολικός
ἐντολιμαῖον
ἐντομή
ἐντομίας
ἐντομίς
ἔντομος
ἐντονία
ἐντόνιον
ἔντονος
ἐντόπιος
ἔντοπος
ἐντορεύω
ἐντορνεύω
ἐντορνία
ἔντορνος
ἐντός
ἔντοσθε
ἐντοσθίδια
ἐντόσθιος
ἐντότερος
ἐντοφήϊα
View word page
ἔντοπος
in or of a place

ShortDef

in or of a place

Debugging

Headword:
ἔντοπος
Headword (normalized):
ἔντοπος
Headword (normalized/stripped):
εντοπος
IDX:
30724
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30725
Key:

Data

{'content': 'in or of a place'}