Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐντολικάριος
ἐντολικός
ἐντολιμαῖον
ἐντομή
ἐντομίας
ἐντομίς
ἔντομος
ἐντονία
ἐντόνιον
ἔντονος
ἐντόπιος
ἔντοπος
ἐντορεύω
ἐντορνεύω
ἐντορνία
ἔντορνος
ἐντός
ἔντοσθε
ἐντοσθίδια
ἐντόσθιος
ἐντότερος
View word page
ἐντόπιος
local

ShortDef

local

Debugging

Headword:
ἐντόπιος
Headword (normalized):
ἐντόπιος
Headword (normalized/stripped):
εντοπιος
IDX:
30723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30724
Key:

Data

{'content': 'local'}