Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνστύφω
ἐνσυγκαταζέω
ἐνσύζυγος
ἐνσύνθηκος
ἐνσφαιρόω
ἐνσφηνόομαι
ἐνσφίγγω
ἐνσφονδύλια
ἐνσφραγίζω
ἐνσφράγισις
ἐνσχέδιος
ἐνσχερώ
ἐνσχηματίζω
ἐνσχίζω
ἐνσχισμός
ἔνσχιστος
ἐνσχολάζω
ἐνσώματος
ἐνσωματόω
ἐνσωμάτωσις
ἔνσωμος
View word page
ἐνσχέδιος
superficial, perfunctory

ShortDef

superficial, perfunctory

Debugging

Headword:
ἐνσχέδιος
Headword (normalized):
ἐνσχέδιος
Headword (normalized/stripped):
ενσχεδιος
IDX:
30606
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30607
Key:

Data

{'content': 'superficial, perfunctory'}