Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνσπείρω
ἐνσπέρματος
ἔνσπερμος
ἔνσποδος
ἔνσπονδος
ἐνσπουδάζω
ἐνστάζω
ἐνστακτέον
ἔνστακτον
ἐνσταλάζω
ἐνσταλόω
ἔνστασις
ἐνστατέον
ἐνστάτης
ἐνστατικός
ἐνστείνω
ἐνστέλλω
ἐνστηλιτόω
ἔνστημα
ἐνστηρίζω
ἐνστίζομαι
View word page
ἐνσταλόω
set upon a pillar

ShortDef

set upon a pillar

Debugging

Headword:
ἐνσταλόω
Headword (normalized):
ἐνσταλόω
Headword (normalized/stripped):
ενσταλοω
IDX:
30576
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30577
Key:

Data

{'content': 'set upon a pillar'}