Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἑνότης
ἔνουλα
ἐνουλίζομαι
ἔνουλον
ἔνουλος
ἐνουράνιος
ἐνουρέω
ἐνουρήθρα
ἐνουσιόομαι
ἐνούσιος
ἐνοφείλω
ἐνοφθαλμιάζομαι
ἐνοφθαλμιάω
ἐνοφθαλμίζω
ἐνοφθαλμισμός
ἔνοφρυς
ἐνοχή
ἐνοχλέω
ἐνόχλημα
ἐνόχλησις
ἐνοχλητέον
View word page
ἐνοφείλω
owe on security
ShortDef
owe on security
Debugging
Headword:
ἐνοφείλω
Headword (normalized):
ἐνοφείλω
Headword (normalized/stripped):
ενοφειλω
IDX:
30497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30498
Key:
Data
{'content': 'owe on security'}