Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐνορμίτης
ἐνόρνυμι
ἐνορούω
ἐνορύσσω
ἐνόρχης
ἐνορχής
ἔνορχος
ἕνος
ἔνος
ἔνος2
ἔνοσις
Ἐνοσίχθων
ἑνότης
ἔνουλα
ἐνουλίζομαι
ἔνουλον
ἔνουλος
ἐνουράνιος
ἐνουρέω
ἐνουρήθρα
ἐνουσιόομαι
View word page
ἔνοσις
a shaking, quake

ShortDef

a shaking, quake

Debugging

Headword:
ἔνοσις
Headword (normalized):
ἔνοσις
Headword (normalized/stripped):
ενοσις
IDX:
30485
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30486
Key:

Data

{'content': 'a shaking, quake'}