Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐνοίκησις
ἐνοικητήριον
ἐνοικήτωρ
ἐνοικί
ἐνοικίδιος
ἐνοικίζω
ἐνοικιολόγος
ἐνοίκιος
ἐνοίκισμα
ἐνοικισμός
ἐνοικοδομέω
ἐνοικοδόμημα
ἐνοικοδομία
ἐνοικολογέω
ἐνοικολόγος
ἐνοικονομέω
ἔνοικος
ἐνοικουρέω
ἔνοινος
ἐνοινοφλύω
ἐνοινοχοέω
View word page
ἐνοικοδομέω
to build in
ShortDef
to build in
Debugging
Headword:
ἐνοικοδομέω
Headword (normalized):
ἐνοικοδομέω
Headword (normalized/stripped):
ενοικοδομεω
IDX:
30427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30428
Key:
Data
{'content': 'to build in'}