Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐννεακαιεικοσικαιεπτακοσιοπλασιάκις
ἐννεακαιεικοσιχοίνικος
ἐννεακέφαλος
ἐννεακισχίλιοι
ἐννεάκλινος
ἐννεακότυλος
ἐννεάκρουνος
ἐννεάκυκλος
ἐννεάλινος
ἐννεάμηνος
ἐννεάμορφος
ἐννεάμυκλος
ἐννεάπηχυς
ἐννεαπλάσιος
ἐννεαπνεύμων
ἐννεάπολις
ἐννεάπους
ἐννεάρμενος
ἐννεάς
ἐννεάστεγος
ἐννεάστερος
View word page
ἐννεάμορφος
of nine forms

ShortDef

of nine forms

Debugging

Headword:
ἐννεάμορφος
Headword (normalized):
ἐννεάμορφος
Headword (normalized/stripped):
εννεαμορφος
IDX:
30337
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-30338
Key:

Data

{'content': 'of nine forms'}